Το μυαλό του προσπαθούσε να διαγράψει τις αναμνήσεις του από αυτό το νησί, τις αναμνήσεις και τον γερο ναυτικό. Το γερο ναυτικό που διαγραφόταν από το μυαλό του μελαχρινού ευγενή αλλά και από προσώπου γης. Η βαριά ανάσα του είχε σταματήσει και ένα πικρό χαμόγελο μόνο εμφανιζόταν στο πλέον κάτασπρο πρόσωπό του, σαν να ευχαριστούσε που άφηνε την πνοή του και αυτόν τον κόσμο. Τα γέρικά στιβαρά του χέρια πια έδειχναν αδύναμα, αδύναμος και εκείνος έτσι όπως κειτόταν στο νεκροκρέβατο του. Ο Corwin τον είχε αφήσει πίσω, χωρίς καμία ειλικρίνεια, σαν να του είχε δώσει ψεύτικες αναμνήσεις πριν τον θάνατό του.
Όπως είχε αγνοήσει εκείνα τα λόγια που τον έκαναν να νιώθει τύψεις, αγνόησε εκείνη την γέρικη ψυχή.
Ο Άμλετ άφηνε εκείνο το νησί, σαν να μην ήξερε αν η απόφασή του ήταν σωστή, αν έπρεπε να φύγει χωρίς να αφήσει ένα αντίο, χωρίς να αρθρώσει μια λέξη αποχαιρετισμού. Η Σελήνη φώτιζε το μικρό πλοίο που έπλεε στα βαθιά νερά της θάλασσας.
Και ο Άμλετ της Σελήνης άφηνε πίσω του το μικρό νησί.